«Μονόλογος ενός άστεγου»
Υπογράφει ο Γιώργος Καραχάλιος
Δημοσιογράφος – Φιλόλογος
« … Υπάρχουν
άνθρωποι που ζουν μονάχοι
σαν το ξεχασμένο
στάχυ …
Ο κόσμος γύρω,
άδειος κάμπος,
κι’ αυτοί στης μοναξιάς το θάμπος …
Σαν το ξεχασμένο
στάχυ …
Άνθρωποι μονάχοι …»
… Παραμονές Χριστουγέννων,
μεσάνυχτα και κάτι στην γκρίζα και παγωμένη Αθήνα… Άλλη μια νύχτα και η τραγωδία
εξελίσσεται απόμερα κάτω από μια μαρκίζα στην οδό Σταδίου. Ανάμεσα σε κάδους και στα σκουπίδια : δυό άστεγοι – ο ένας δίπλα στον άλλον – «αναπαύουν» το κορμί τους,
κόντρα στις καιρικές συνθήκες, πάνω σε χαρτόκουτα, εφημερίδες και νάιλον. «Εφόδια» που … καλούνται να παίζουν το
ρόλο ενός αυτοσχέδιου υπνόσακου.
Εικόνα μιας ματωμένης
Αθήνας … Εικόνες που συναντάς καθημερινά εδώ κι εκεί στις γωνιές των
δρόμων, στις εσοχές των κτιρίων, στα παγκάκια, κάτω από τις γέφυρες και
οπουδήποτε αλλού μπορεί να στηθεί ένα αυτοσχέδιο
… υπνωτήριο.
Κι εκεί γύρω στις τρεις τα ξημερώματα, κάτω από το νέφος
της αιθαλομίχλης που σκεπάζει τον αττικό ουρανό, ο ένας από τους δυό, γύρω στα
πενήντα πέντε – πού να τον πιάσει ο ύπνος … πού να ζεσταθεί η καρδιά του –
άνοιξε με δυσκολία κάποια στιγμή τα χείλη του να πει δυό λόγια σ’ έναν περαστικό
ξενύχτη …
Θέλησε ίσως να φωνάξει
τη … δική του αγωνία σε κάποιον περαστικό. Σε κάποιον περαστικό με δουλειά, σπίτι, οικογένεια, ίσως και αυτοκίνητο …
Μα έμεινε άφωνος
!.. Πόθησε να μιλήσει στην καρδιά, στην ψυχή του νυχτερινού διαβάτη
… Πόθησε να μιλήσει σε μια … περαστική
ψυχή γι’ αυτό που καιρό τώρα τον παιδεύει .
Μα σκόνταψε πάνω στο μαρτύριο της
δικής του ψυχής.
Θέλησε ίσως να
«δικαιολογηθεί» για την «κατάντια»
του, ν’ ανοίξει την ψυχή του, να δείξει πως κάθε του πράξη, κάθε λέξη, κάθε
σκέψη του – ακόμα και τώρα – είχε το λόγο της για όσα έκαμε, σχεδίασε, υπολόγισε, και έζησε … Μα πριν ακόμα μιλήσει,
άκουσε την … «κραυγή της ψυχής» του
νυχτερινού διαβάτη. Την κραυγή μιας
άλλης ψυχής να εκφράζει ό,τι εκείνος
είχε μέσα του !..
Έτσι λοιπόν ;
Έχουν και οι άλλοι δίπλα
του, τον αγώνα τους … το δικό τους «Σταυρό»
!... Κι όμως ο καθένας – σκέφθηκε – έγινε αυθαίρετα
κριτής κι έκρινε τις πράξεις των άλλων
χωρίς την ελάχιστη προσπάθεια να δει βαθύτερα …
Αγνόησαν ίσως οι περισσότεροι πως ο
καθένας έχει κάνει μέσα του ένα μαραθώνιο
αγώνα, που τον σκιαγράφησαν χίλιες
σκέψεις, αγωνίες, πεποιθήσεις, αβεβαιότητες και πράξεις …
Και ταυτόχρονα τάχθηκαν απερίσκεπτα σ’ έναν πολύχρονο και
συνεχή καταναλωτικό (και όχι μόνο)
ανηφορικό αγώνα. Έναν αγώνα σίγουρα που πριν μας βρει η κρίση,
δε θα τέλειωνε ποτέ …
Ξεκίνησαν από «κάπου»
με την … «εντολή» να φθάσουν πιο ψηλά, να γίνουν... «κάποιοι», να ανταγωνιστούν
σε υλικά αγαθά το διπλανό τους και τελικά οι πιο πολλοί κατέληξαν στο μηδέν – αν όχι στο πλην!..
Κι έτσι,
κοιτάζοντας όλοι μας – πάντα μέσα απ’ αυτό το πρίσμα – «δικάσαμε» και «καταδικάσαμε» άπειρες φορές …
Και τώρα, με όλα αυτά που μας συμβαίνουν και βιώνουμε, αλλά
και με την περιφρόνηση την ασυνείδητη κριτική και τα δυσβάσταχτα μέτρα και
αποφάσεις, αυξήσαμε τους τροφίμους
των ψυχιατρείων και οδηγήσαμε έμμεσα στην αυτοκτονία!..
Κι έπειτα – γιορτινές
μέρες πούναι – στέλνουμε, σαν «καλοί
Σαμαρείτες», τα συνεργεία της ΔΕΗ στα σπίτια με το κομμένο ρεύμα ή έστω ένα
κάποιο βοήθημα στην τοπική εκκλησιαστική
αρχή, με την ένδειξη :
«ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ ΘΥΜΑΤΟΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου