Οι Κάτω Χώρες (Ολλανδικά: Nederland) ή Ολλανδία είναι το ευρωπαϊκό μέρος του Βασιλείου των Κάτω Χωρών (Ολλανδικά: Koninkrijk der Nederlanden), και είναι Κοινοβουλευτική Δημοκρατία με συνταγματικό μονάρχη. Στο βασίλειο ανήκουν και η Αρούμπα, το Κουρασάο και ο Άγιος Μαρτίνος (πρώην μέρη των Ολλανδικών Αντίλλων). Λέγεται συχνότερα Ολλανδία, αν και αυτό το όνομα αναφέρεται συγκεκριμένα σε δύο μόνο από τις δώδεκα επαρχίες της, τη Βόρεια Ολλανδία (Ολλανδικά: Noord Holland) και τη Νότια Ολλανδία (Ολλανδικά: Zuid Holland). Η χώρα βρίσκεται στην βορειοδυτική Ευρώπη και περιβάλλεται από τη Βόρεια Θάλασσα, το Βέλγιο και την Γερμανία. Περίπου το 1/4 της χώρας βρίσκεται κάτω από την στάθμη της θάλασσας. Έτσι, 3.000 χιλιόμετρα φραγμάτων προστατεύουν τη χώρα.
Λογοτεχνία
Καλές Τέχνες
Μνημεία-Αξιοθέατα
Το πνεύμα της ανεκτικότητας στη διαφορετικότητα εθνική, γλωσσική, θρησκευτική και γενικότερα πνευματική που η Ολλανδία κατέκτησε ήδη από το 15ο - 16ο αιώνα, αλλά και η σύγχρονη αρωγή του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα στην ανάπτυξη του εκπαιδευτικού και μορφωτικού επιπέδου του λαού, συντέλεσε σε μέγιστο βαθμό στην κατάληψη από τη χώρα αυτή μιας πολύ σημαντικής θέσης, σ` ότι αφορά την παραγωγή ιδεών και τις τέχνες, τόσο στην Ευρώπη όσο και παγκόσμια. Ιδιαίτερα στον τομέα των ιδεών πρέπει να αναφερθεί ότι η Ολλανδία είναι η πατρίδα του μεγάλου ανθρωπιστή Έρασμου (1466-1546), ενός από τους μεγαλύτερους μελετητές της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και συγχρόνως ενός από τους πρώτους που μετέφεραν τη φλόγα της κλασικής παιδείας στις "πέραν των Άλπεων" χώρες, γεγονός με τεράστια σημασία για την πνευματική συγκρότησή τους και τη μελλοντική ιστορία τους.
Σε ό,τι αφορά τις λαϊκές παραδόσεις και το λαϊκό πολιτισμό οι εθνολόγοι διαπιστώνουν ακόμη και σήμερα σημάδια, κυρίως στην αρχιτεκτονική των αγροτικών κατοικιών, που μπορούν με κάποια βεβαιότητα να αποδοθούν στα τρία διαφορετικά γερμανικά φύλα των οποίων η εγκατάσταση στις περιοχές αυτές, κατά την εποχή των μεγάλων μεταναστεύσεων, σήμανε και τη σταδιακή συγκρότηση του ολλανδικού έθνους. Το πέρασμα των αιώνων και η επίδραση δύο κυρίως παραγόντων, του χριστιανισμού και του θεσμού της βασιλείας, συντέλεσαν στην εξαφάνιση πολλών λαϊκών εθίμων ειδωλολατρικής προέλευσης, στη μεταβολή άλλων και φυσικά στη γέννηση νέων που ως ένα βαθμό διατηρούνται μέχρι σήμερα. Έτσι τα αγροτικά έθιμα, οι δοξασίες και οι γιορτές που σχετίζονται με τη σπορά, τη συγκομιδή και γενικότερα με την κοινή, για όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς, αντίληψη του χρόνου ως ενός κυκλικού επαναλαμβανόμενου σχήματος μεταξύ θανάτου και αναγέννησης, περιβλήθηκαν με χριστιανικά νοήματα και συνδέθηκαν με αγίους, όπως ο άγιος Νικόλαος, η μέρα του οποίου γιορτάζεται με ξεχωριστό τρόπο κάθε χρόνο. Ξεχωριστή είναι και η ατμόσφαιρα των μεγάλων πανηγυριών και γιορτών που διοργανώνονται στην ύπαιθρο και περιλαμβάνουν ακόμη και παράξενα αγωνίσματα που σχετίζονται με τις ιδιαίτερες ασχολίες και την παραγωγή συγκεκριμένων προϊόντων, όπως το κουβάλημα του τυριού στην πόλη Άλκμααρ κ.ά. Συνδεμένη με αυτά τα έθιμα είναι και η τόσο γνωστή παραδοσιακή φορεσιά με τα ξυλοτσόκαρα και τα δαντελένια καλύμματα του κεφαλιού, η οποία δημιούργησε τη στερεότυπη εικόνα της Ολλανδής αγρότισσας σ` όλο τον κόσμο.
Λογοτεχνία
Τα πρωιμότερα μνημεία της ολλανδικής λογοτεχνίας αποτελούν τα έργα του Χένρικ φαν Βέλντεκε, ενός Φλαμανδού που έζησε το β΄ μισό του 12ου αι. Η απουσία παλαιότερων λογοτεχνικών έργων σε ολλανδική γλώσσα οφείλεται στην κυριαρχία της λατινικής τόσο στους αυλικούς όσο και στους εκκλησιαστικούς κύκλους. Ο φαν Βέλντεκε έγραψε έναν έμμετρο βίο του αγίου Σερβάτιου και ένα αυλικό επικό μυθιστόρημα, την "Αινειάδα", στο οποίο είναι φανερές οι επιρροές από την αντίστοιχη γαλλική αυλική λογοτεχνία. Οι πρώτες όμως σημαντικές εξελίξεις σημειώθηκαν το 13ο αι. με το έργο της μοναχής Χάντεβις και την ανώνυμη εποποιία "Ράινχαρτ η αλεπού", ενός από τα τελειότερα δείγματα αυτού του λογοτεχνικού είδους με μια ανίερη περιγραφή της κοινωνίας, γραμμένου όμως με ευφυΐα και γοητεία, από μια καθαρά αντιαριστοκρατική σκοπιά. Σ` αυτά τα έργα εμφανίζονται τα τρία κύρια ρεύματα της μεσαιωνικής ολλανδικής ποίησης, το αυλικό, το θρησκευτικό και το αστικό, τα οποία σημάδεψαν και τη μεταγενέστερη εξέλιξη της λογοτεχνίας στη χώρα, ώστε ακόμη και σήμερα η ποίηση να τείνει άλλοτε προς τον ακραία αστικό πραγματισμό και άλλοτε προς έναν ατομικιστικό αισθητισμό ή ακόμη και την εξέγερση. Τα ρεύματα που περιγράφτηκαν παραπάνω εμφανίζονται και στο έργο του Γιάκομπ φαν Μέρλαντ (π. 1235-π.1288), ο οποίος αποκαλείται συχνά "πατέρας της ολλανδικής ποίησης". Το έργο του κινείται μεταξύ του παραδοσιακού αυλικού μυθιστορήματος και της αστικής απαίτησης για διαφωτισμό και διδαχή του λαού.
Μετά το 14ο αι., περίοδο σχετικά μικρής ποιητικής δραστηριότητας στις Κάτω Χώρες, μια νέα περίοδος εγκαινιάστηκε, η οποία οδήγησε στα επιτεύγματα του 16ου και 17ου αι., κυρίως κάτω από την επιρροή της ιταλικής αναγέννησης. Ο 17ος αι. ιδίως θεωρείται η σημαντικότερη περίοδος της ολλανδικής λογοτεχνίας και χαρακτηρίστηκε από την άνθηση των δραματικών και ποιητικών έργων. Σπουδαίοι εκπρόσωποι αυτής της περιόδου είναι: ο Πίτερ Κορνέλιζοον Χόοφτ (1581-1647), ο θεμελιωτής του ποιητικού δράματος στην Ολλανδία, ο Γιοστ φαν ντεν Βόντελ (1587-1679), ο μεγαλύτερος από τους Ολλανδούς ποιητές και μαζί ο μεγαλύτερος δραματικός συγγραφέας, καθώς το έργο του "Εωσφόρος" (1654) θεωρείται το αριστούργημα της εθνικής θεατρικής λογοτεχνίας, ο Γκέρμπραντ Άντριανζοον Μπρέντερο (1585-1618), και οι τρεις από το Άμστερνταμ, και οι Γιάκομπ Κατς (1577-1660), Κονσταντίν Χόιχενς (1596-1687), από τη Χάγη. Ο τελευταίος μεγάλος ποιητής του "Χρυσού Αιώνα" των ολλανδικών γραμμάτων ήταν ο Γιαν Λούικεν. Πέρα από τη λογοτεχνία σημαντικοί στοχαστές αυτής της περιόδου ήταν επίσης ο λόγιος και πολιτικός Χούγκο Γκρότιους (1583-1645) και ο μεγάλος ηθικός και πολιτικός φιλόσοφος Βαρούχ Σπινόζα (1632-1677).
Από το τέλος του 17ου αι. και μέχρι τα 1880 ο σημαντικότερος ποιητής που έκανε την εμφάνισή του και άφησε πίσω του έργο με επιρροή ήταν ο Βίλεμ Μπίλντερντιικ (1756-1831). Η παραγωγή του περιλαμβάνει δράματα, διδακτικά έργα, μακρά αφηγηματικά ποιήματα και μια σειρά από μπαλάντες που μιμούνται αγγλικά και σκοτικά πρότυπα.
Καθώς προχωρούσε ο 19ος αι. τα πιο πλατιά πνεύματα των ολλανδικών καλλιτεχνικών και πνευματικών κύκλων συνειδητοποίησαν τη χαμηλή στάθμη στην οποία είχε περιέλθει η ποίηση της χώρας τους και ανέλαβαν την προσπάθεια για την αναζωογόνηση της λογοτεχνικής ζωής. Πρωτοπόρος στον αγώνα αυτό ήταν ο Γιοχάνες Ποτγκίτερ (1808-1875) με το έργο του και την έκδοση της επιθεώρησης "Ο Οδηγός" (1837). Η προσπάθεια του Ποτγκίτερ απέδωσε καρπούς λίγο αργότερα, στη δεκαετία του 1880, μιας από τις σημαντικότερες δεκαετίες στη λογοτεχνική ιστορία της χώρας, όταν μια ομάδα ταλαντούχων, εικονοκλαστών και ενεργητικών νεαρών ποιητών ρίχτηκε στο έργο της ποιητικής αναγέννησης στην πατρίδα τους και στην κατάκτηση μιας θέση γι` αυτήν στην ευρωπαϊκή παράδοση. Τα σπουδαιότερα ονόματα αυτού του κινήματος ήταν ο Βίλεμ Κόος (1859-1938), ο Φρέντερικ φαν Έντεν (1860-1932), ο Άλμπερτ Βέρβεϊ (1865-1937) και ο Χέρμαν Γκόρτερ (1864-1927). Η ομάδα αυτή με την εξύμνηση του ατομικισμού και την υπεράσπιση του πάθους και του ρεαλισμού, έφερε ξανά στην επιφάνεια δύο από τα σταθερά χαρακτηριστικά του ολλανδικού πολιτισμού, το σεβασμό για το άτομο και την επιμονή στην ακριβή οπτική αναπαράσταση. Το δόγμα τους όμως "η τέχνη για την τέχνη" άφηνε έξω ένα τρίτο στοιχείο της ολλανδικής παράδοσης, το ενδιαφέρον για την κοινότητα, για το συλλογικό "όλον", στοιχείο μάλιστα που εκφράστηκε έντονα, πολιτικά και οικονομικά, στις μεγάλες κατακτήσεις του ολλανδικού φιλελευθερισμού, στα τέλη του 19ου αι. Έτσι η ομάδα έφτασε γρήγορα τα όριά της και διαλύθηκε το 1890, αφήνοντας το δρόμο ελεύθερο, με ενδιάμεσο σταθμό το έργο των Γιαν Χέντρικ Λέοπολντ (1865-1925), Χενριέτε Ρόλαντ-Χόλστ (1869-1952) και Πίτερ Κορνέλιζοον Μπούτενς (1870-1943), για την έλευση των ποιητών του 20ού αι.
Πράγματι ο 20ός αι. διακρίνεται για την επικράτηση της ποίησης σε σχέση με την πεζογραφία, αλλά και για την τάση της πρώτης να μοιραστεί τους καρπούς των διεθνών καλλιτεχνικών και πνευματικών κινημάτων με μια παράλληλη στροφή προς περισσότερο κοινωνικά θέματα. Κυρίως μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο θα κάνουν την εμφάνισή τους οι κυριότεροι ποιητικοί εκπρόσωποι της Ολλανδίας, όπως ο Γιαν Σλάουρχοφ, ο Χέντρικ Μάρσμαν (1899-1940), ο Σιμόν Βέστντικ και οι σύγχρονοι Γκέριτ Άχτερμπεργκ (1905-1962), Μπέρτους Άαφγιες (1914 - ), Γκέριτ Κούβενααρ και Ρέμκο Κάμπερτ.
Στο σύνολό της η ολλανδική ποίηση αλλά και η πεζογραφία, στην οποία διακρίθηκαν οι Έντουαρντ Ντόουβες Ντέκερ, Λουίς Κούπερους, Βέστνταϊκ κ.ά., αποδεικνύει ότι παράλληλα με την ισότιμη συμμετοχή της στο διεθνή στίβο της τέχνης και της σκέψης παραμένει πιστή στον αγώνα, που συνιστά ιστορική κληρονομιά της ολλανδικής λογοτεχνίας, της τίμιας και ζωντανής απεικόνισης της ορατής πραγματικότητας αλλά και της ακάματης διερεύνησης της εύθραυστης σχέσης μεταξύ του ατόμου και της κοινωνίας.
Καλές Τέχνες
Η Ολλανδία χρωστά σε μεγάλο βαθμό την περίοπτη θέση της στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο καλλιτεχνικό χάρτη στη ζωγραφική. Η ολλανδική ζωγραφική, που έδωσε τα πρώτα λαμπρά της δείγματα με το έργο του Ιερώνυμου Μπος (π. 1450-1516), θα φτάσει στο απόγειό της το 17ο αι. Σ` αυτόν θα ζήσουν και θα ακμάσουν οι δύο από τους σπουδαιότερους ζωγράφους της χώρας, ο Χάρμενς φαν Ρέιν Ρέμπραντ (1606-1669) και ο Γιαν Βερμέερ, οι οποίοι άνοιξαν νέους δρόμους για την ευρωπαϊκή και παγκόσμια τέχνη. Σύγχρονοί τους και επίσης σημαντικοί είναι ο Φρανς Χαλς, ο Γιάκομπ φαν Ρόισνταλ, ο Πιέτερ ντε Χόοχ, ο Γιαν φαν Γκόγιεν, ο Γιαν Στέεν και πολλοί άλλοι. Σε νεότερες εποχές θα ξεχωρίσουν οι ζωγράφοι Βίνσεντ φαν Γκονγκ (1853-1890), φαν Ντόνχεν κ.ά. Ακόμη πιο πρόσφατα θα ξεχωρίσουν οι Πιέτ Μοντριάν, φαν Ντούσμπιρχ, Χέντρικ Σαμπό, οι οποίοι θα δημιουργήσουν μια παράδοση στη σύγχρονη ολλανδική τέχνη, της οποίας συνεχιστές αλλά και πρωτοπόροι στην αναζήτηση νέων δρόμων είναι οι ζωγράφοι φαν Φέλντε, Μπραμ Μπόχαρτ, Χέρμαν ντε Φρις, Πίτερ Στρόικεν, Γούντι φαν Άμεν, Πίτερ Ένχελς κ.ά.
Στη μουσική οι πρώτες προσπάθειες για τη δημιουργία μιας εθνικής μουσικής σχολής, στα νεότερα χρόνια, θα ξεκινήσουν με τους Άλφονς Ντιέπενμπροκ (1862-1921), Μπέρναρντ Σβέερς και Γιαν Ουάγκενααρ. Σήμερα η χώρα διαθέτει μία από τις καλύτερες, σε παγκόσμιο επίπεδο, συμφωνικές ορχήστρες, την Ορχήστρα Κονσέρτχεμπαου.
Αν και με μικρή κινηματογραφική παραγωγή, η Ολλανδία ανέδειξε σκηνοθέτες με σημαντική καριέρα τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό με γνωστότερο ίσως τον Πολ Φερχόφεν, που σταδιοδρομεί στη κινηματογραφική βιομηχανία του Χόλιγουντ.
Τέλος στον τομέα της αρχιτεκτονικής πρέπει να σημειωθεί η σημαντική συμβολή της Ολλανδίας στις αναζητήσεις της πρωτοπορίας του 20ού αι., ιδίως των αρχών του και μέχρι το 1930, οπότε με το έργο των Χέντρικ Πέτρους Μπερλάγκε, Πιέτερ Ουντ, Μίχελ ντε Κλερκ και άλλων τέθηκε επικεφαλής ριζοσπαστικών αρχιτεκτονικών κινημάτων.
Μνημεία - Αξιοθέατα
Η ύπαιθρος της χώρας με τις ομαλές και απαλές κλίσεις αλλά και την παρουσία του υδάτινου στοιχείου συγκεντρώνει κάθε χρόνο εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες. Σημαντικοί τουριστικοί προορισμοί είναι οι ακτές τις Βόρειας θάλασσας και τα νησιά όπου κάποιος μπορεί να θαυμάσει όχι μόνο την ομορφιά του τοπίου αλλά και τα εντυπωσιακά έργα των Ολλανδών που δημιούργησαν στην προσπάθειά τους να κατακτήσουν εδάφη από τη θάλασσα για τη χώρα τους. Βέβαια το μεγαλύτερο θέλγητρο αποτελούν οι πόλεις και τα χωριά της Ολλανδίας που έχουν διαφυλάξει τον αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό χαρακτήρα του παρελθόντος τους και συγκεντρώνουν ένα πλήθος μνημείων και μουσείων.
Έτσι μπορεί να θαυμάσει κανείς στο Άμστερνταμ τα πάμπολλα μεσαιωνικά και μεταγενέστερα αρχιτεκτονικά μνημεία, αλλά και να περιπλανηθεί στα κανάλια, στη Χάγη να επισκεφτεί τα βασιλικά ανάκτορα, στο Ρότερνταμ να θαυμάσει το σύγχρονο (1950) αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του κέντρου κ.ά. Σημαντικά μουσεία έχουν την έδρα τους στο Άμστερνταμ όπως το Κρατικό Μουσείο με μεγάλη συλλογή ζωγραφικών έργων (κυρίως του Ρέμπραντ), το Στέντελεϊκ και το Κρατικό Μουσείο Βίνσεντ φαν Γκονγκ, στη Χάγη, όπως το Μάιριτσχοϊς, στο Ότερλο, Κρατικό Μουσείο Κρέλερ-Μίλερ και αλλού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου